Ομοίωμα του ΑΡΗΣ

 

Το βρίκιον «Άρης» (γνωστό και ως «Αθηνά» κατά την περίοδο 1829–1879) θεωρείται ένα από τα ενδοξότερα πλοία του ελληνικού ναυτικού στον αγώνα της ανεξαρτησίας της Ελλάδος· ήταν ιδιοκτησίας Αναστασίου Τσαμαδού. Ναυπηγήθηκε στη Βενετία το 1807, κατόπιν παραγγελίας του Αναστασίου Τσαμαδού και πήρε το όνομα του μυθικού θεού του πολέμου Άρη. Το Μάρτιο του 1821, εν όψει του αγώνα της ανεξαρτησίας της Ελλάδος, εξοπλίστηκε και στη συνέχεια εντάχθηκε στο στόλο της Ύδρας. Έλαβε μέρος σε πολλές ναυμαχίες, αλλά δοξάστηκε στις 8 Μαΐου 1825, λίγο πριν την Πτώση της Σφακτηρίας, με τη διάσπαση κατά την πολιορκία του νησιού, όπου πέρασε με επιτυχία ανάμεσα από τον κλοιό των Αιγυπτιακών πλοίων του Ιμπραήμ στη Σφακτηρία, διαφεύγοντας σώο από τον κόλπο του Ναυαρίνου μετά από πολύωρη μάχη.

Στις 5 Μαΐου του 1821 το βρίκιο «Άρης» βρέθηκε στον Παγασητικό και βοήθησε στο να επισπευσθεί το αναφερόμενο ως κίνημα της Νοτιοανατολικής Θεσσαλίας.

Τη νύχτα της 25ης Απριλίου προς την 26η Απριλίου ο Aιγυπτιακός Στόλος, έχοντας πλέον ευνοϊκό άνεμο, εισέπλευσε στον όρμο του Ναυαρίνου, συνοδεύοντας αποβατικό σώμα τριών χιλιάδων ανδρών για να καταλάβει τον όρμο και το φρούριό του. O εχθρός αρχικά κατέλαβε τη Σφακτηρία, φονεύοντας 350 από τους 800 υπερασπιστές της, μεταξύ των οποίων ήταν ο φιλικός και αρχηγός των Ελλήνων στη μάχη Αναγνωσταράς, ο Φρούραρχος της Σφακτηρίας Σταύρος Δ. Σαχίνης, ο φιλέλληνας Ιταλός κόμης Σαντόρε ντι Σανταρόζα και ο κυβερνήτης του βρικίου «Άρης», πλοίαρχος Αναστάσιος Τσαμαδός.

 

 

 Exit warship Aris

 

Η έξοδος του «Άρης»

(Πίνακας: Κωνσταντίνου Βολανάκη)

 Το ημερολόγιο του πλοίου «Άρης» παραδόθηκε στους συγγενείς του Αλεξάνδρου Τσαμαδού και σώζεται μέχρι σήμερα από τους απογόνους του. Είναι γραμμένο με μολύβι και το παρακάτω απόσπασμά του αναφέρει συμβάντα της ημέρας της εξόδου του πλοίου, 8ης Μαΐου του 1825, μέχρι της στιγμής που το πλοίο ανοίγει τα πανιά του.

Ημερολόγιόν βρικίου Άρης — Κυριακή, 26 Απριλίου

Έως εις τας 8 ώρας μ.μ. ο εχθρικός στόλος, γενόμενος εις δύο μοίρας, η μεν φυλάττουσα το Βλησίδι, εκανονιοβόλει το νησίον Σφακτηρία, ταυτοχρόνως δε και ο Ιμπραήμ πασάς δια ξη[ρ]άς την πόλιν. Ο κανονιοβολισμός διήρκεσεν ώραν 1 εις τας 5, όπου και έρριψαν τας βάρκας των οι εχθροί γεμάταις πολεμοφόδια να κάμουν απόβασιν· οι εν τῳ Νησίῳ έδωσαν το κατ' αρχάς αντίστασιν γενναίων και έτρεψαν ταις βάρκαις εις φυγήν· μία όμως εξ εκείνων, μη δυνηθέντες να την εμποδίσωσιν, έκαμεν απόβασιν και ταυτοχρόνως έκαμον και αι άλλαι και ούτως οι Έλληνες ετράπησαν εις φυγήν και[οι Αιγύπτιοι άλλους εζώγρησαν, άλλους εθανάτωσαν και άλλους έπνιξαν και ούτως εκυριεύθη το Νησίον από τους εχθρούς, τα δε ιδικά μας πλοία, ιδόντα τον κίνδυνον και αβεβαιότητα μη κλεισθώσιν, έκαμον αρχή να κόπτουν τας άγκυρας, αφού άφησαν το [...] έξω εις το Νησίον, άλλους συντρόφους, αρκετούς θανατωμένους και ζωγρησμένους· πρώτον το καράβι που έκαμε πανιά εστάθη το πλοίο του Βασιλείου Σ. Βουδούρη, και ακολούθως τα πλοία, ημείς δεν ηξήλθομεν και ο πλοίαρχός μας μετά του ναυκλήρου έξω και άλλοι σύντροφοι, ο δε Εκλαμπρότατος Μαυροκορδάτος έλλειπεν έξω εις το Νησίον· εστείλαμεν ταις βάρκαις μας δια να τους λάβωμεν, αλλά κατά δυστυχίαν ταις ανήγγειλον ότι εθανατώθη ο γενναίος πλοίαρχός μας, πολεμών μετά του ναυκλήρου Χριστοφίλου και λοιπών· τούτους επερίλαβον. Ο ναύκληρος Χριστόφιλος εσώθη κολυμβών εις το φρούριον.

Το 1829 αγοράστηκε από την Ελληνική Κυβέρνηση και μετονομάστηκε σε «Αθηνά», αλλά το 1879 μετονομάστηκε εκ νέου σε «Άρης». Χρησιμοποιήθηκε ως Σχολή Ναυτικών Δοκίμων μέχρι το 1900, καθώς και σχολή για το κατώτερο προσωπικό το διάστημα 1863–1865 και 1882–1885. Μετά το 1900 το πλοίο έμεινε προσορμισμένο στον Πόρο και λειτουργούσε ως Σχολή Ναυτοπαίδων. Διατηρήθηκε μέχρι τις 25 Μαρτίου 1921 οπότε και βυθίστηκε «τιμητικά», κατά τον εορτασμό των 100 ετών από την ελληνική επανάσταση, στα νερά του Σαρωνικού κοντά στη νησίδα «Κυρά Σαλαμίνος» του Ναυστάθμου, ουσιαστικά όμως λόγω οικονομικής αδυναμίας συντήρησης και επισκευής του. Το ακρόπρωρο του πλοίου τοποθετήθηκε στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο στην Αθήνα. O ιστός του πλοίου τοποθετήθηκε στον Ναύσταθμο Σαλαμίνας και με τον καιρό ξεχάστηκε η προέλευσή του· εκεί βρίσκεται ακόμη και σήμερα σε χρήση για τις ανάγκες του σηματορείου.

 

Πηγή: Wikipedia